Δρ. Ιωάννης Κοτρογιάννης

Edit Content

Ομφαλοκήλη

Η ομφαλοκήλη είναι μία από τις συνηθέστερες μορφές κήλης που παρατηρείται στο κοιλιακό τοίχωμα και πιο συγκεκριμένα στην περιοχή του ομφαλού ή κοντά σε αυτόν. Σε αντίθεση με τη βουβωνοκήλη, η οποία πλήττει συνηθέστερα τους άνδρες, η ομφαλοκήλη επηρεάζει συχνότερα τις γυναίκες, αλλά και νεογνά ή βρέφη. 

Τι είναι η ομφαλοκήλη;

Η ομφαλοκήλη είναι μια πολύ διαδεδομένη μορφή κήλης του κοιλιακού τοιχώματος που εντοπίζεται στην περιοχή του ομφαλού ή πλησίον αυτής. Μάλιστα, αν εντοπίζεται ακριβώς δίπλα από τον ομφαλό ονομάζεται παραομφαλοκήλη. Η πάθηση χαρακτηρίζεται από την πρόπτωση κάποιου ενδοκοιλιακού σπλάχνου μέσω ενός αδύναμου σημείου στο κοιλιακό τοίχωμα κοντά στον ομφαλό. Πιο συγκεκριμένα, ο σχηματισμός της ομφαλοκήλης ξεκινά από ένα αδύναμο σημείο του κοιλιακού τοιχώματος, το οποίο ονομάζεται εγκάρσια περιτονία. Αυτό το σημείο μπορεί να διευρυνθεί με την πάροδο του χρόνου λόγω της πίεσης που ασκείται από τα ενδοκοιλιακά όργανα, με αποτέλεσμα την πρόπτωση ενός ή περισσοτέρων οργάνων. Τα όργανα που συνηθέστερα περιέχονται στην κήλη είναι το ενδοκοιλιακό λίπος ή σπανιότερα, τμήμα του εντέρου. Πρόκειται για μορφή κήλης που εμφανίζεται συχνότερα σε γυναίκες αλλά και σε νεογνά και βρέφη. Εάν ο ασθενής είναι νεογνικής ή βρεφικής ηλικίας, η κήλη συχνά υποχωρεί αυτόματα μέσα στο πρώτο έτος της ζωής.

Αίτια και παράγοντες κινδύνου

Η εμφάνιση της ομφαλοκήλης μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες που οδηγούν σε εξασθένιση του κοιλιακού τοιχώματος. Αρχικά, ένας από τους παράγοντες κινδύνου είναι το γυναικείο φύλο. Οι γυναίκες εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ομφαλοκήλης ιδίως κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης και ιδιαίτερα σε περιπτώσεις πολύδυμων κυήσεων. Παράλληλα, η αυξημένη ενδοκοιλιακή πίεση λόγω υπερβολικού σωματικού βάρους, χρόνιας δυσκοιλιότητας ή επίμονου, παρατεταμένου βήχα επιβαρύνει το κοιλιακό τοίχωμα. Ταυτόχρονα, η μείωση της ανθεκτικότητας και της ακεραιότητας των ιστών με την πάροδο της ηλικίας αυξάνει την πιθανότητα ανάπτυξης κήλης. Άλλος ένας επιβαρυντικός παράγοντας ως προς την αύξηση των πιθανοτήτων ανάπτυξης ομφαλοκήλης είναι η χειρωνακτική εργασία και η έντονη γυμναστική που περιλαμβάνει άρση βαρών. Τέλος, η ελάττωση της ανθεκτικότητας των ιστών λόγω βλαβερών συνηθειών, όπως το κάπνισμα και η έλλειψη θρεπτικών συστατικών μέσω της διατροφής, συμβάλλει στην ανάπτυξη κήλης.

Συμπτώματα που προκαλεί η ομφαλοκήλη

Η ομφαλοκήλη εμφανίζεται συχνά ως μαλακή διόγκωση στην περιοχή του ομφαλού. Το εξόγκωμα μπορεί να είναι μικρό και να εμφανίζεται ή να εξαφανίζεται ανάλογα με τη στάση του σώματος ή την πίεση στην κοιλιά, όπως σε όρθια θέση ή κατά τον βήχα. Σε μεγαλύτερες ομφαλοκήλες, η διόγκωση μπορεί να είναι πιο εμφανής και να παραμορφώνει την κοιλιακή περιοχή.

Βέβαια, συχνά εκδηλώνονται και πρόσθετα συμπτώματα όπως:

  • Αίσθημα βάρους ή πίεσης στην περιοχή του ομφαλού.
  • Πόνος και δυσφορία, ειδικά μετά από άσκηση ή κατά τη διάρκεια ορθοστασίας.
  • Αισθητή κινητικότητα του εντέρου εντός της κήλης ιδιαίτερα μετά την κατανάλωση φαγητού εάν η κήλη είναι εκτεταμένη.
  • Εξέλκωση ή ερύθημα του δέρματος πάνω από τη διόγκωση σε προχωρημένες περιπτώσεις.


Επιπλοκές της ομφαλοκήλης

Γενικά, το πρόβλημα στην περίπτωση της ομφαλοκήλης, όπως και κάθε μορφής κήλης, είναι η αδυναμία ανάταξης του περιεχομένου της κήλης πίσω στην κοιλιακή κοιλότητα. Σε αυτή την περίπτωση γίνεται λόγος για μη ανατασσόμενη ομφαλοκήλη, η οποία συνεπάγεται χρόνιο πόνο και την επόμενη, πιο σοβαρή επιπλοκή. Η πιο σοβαρή αυτή επιπλοκή είναι η περίσφιξη του οργάνου που βρίσκεται εντός του αδύναμου σημείου της κήλης. Σε αυτή την περίπτωση, το περιεχόμενο της κήλης, συνήθως το έντερο, παγιδεύεται, γεγονός που διακόπτει την αιμάτωσή του. Η κατάσταση αυτή προκαλεί ισχαιμία και, αν δεν αντιμετωπιστεί άμεσα, μπορεί να οδηγήσει σε νέκρωση και ρήξη του εντέρου, γεγονός που αυξάνει με τη σειρά του τον κίνδυνο περιτονίτιδας. 

Πώς διαγιγνώσκεται μια ομφαλοκήλη

Η διάγνωση της ομφαλοκήλης γίνεται συνήθως μέσω κλινικής εξέτασης. Ένας έμπειρος χειρουργός μπορεί να εντοπίσει την κήλη επισκοπώντας και ψηλαφώντας την περιοχή. Βέβαια, δεν αποκλείεται να ακολουθήσει υπερηχογράφημα ή αξονική τομογραφία για την εκτίμηση του μεγέθους και της σύστασης της κήλης. Οι εξετάσεις αυτές είναι χρήσιμες για τον προεγχειρητικό σχεδιασμό. 

Θεραπεία για μια ομφαλοκήλη

Η θεραπεία της ομφαλοκήλης είναι χειρουργική, καθώς δεν υπάρχει κάποιο συντηρητικό μέτρο αντιμετώπισης που να μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση και να ανακόψει την επιδείνωση της πάθησης. Ακόμη και οι μικρές ομφαλοκήλες πρέπει να αντιμετωπίζονται χειρουργικά για την αποφυγή μελλοντικών επιπλοκών. Δύο είναι οι κατεξοχήν χειρουργικές τεχνικές σε αυτή την περίπτωση, η ανοιχτή και η λαπαροσκοπική. Η ανοιχτή επέμβαση περιλαμβάνει τη διενέργεια μιας τομής στην περιοχή του ομφαλού και την επαναφορά του ενδοκοιλιακού σπλάχνου πίσω στη θέση του. Η επέμβαση γίνεται υπό γενική αναισθησία ή με τοπική αναισθησία και μέθη σε σπανιότερες περιπτώσεις και απαιτεί παραμονή στο νοσοκομείο για 24-48 ώρες.

Η λαπαροσκοπική αποκατάσταση ομφαλοκήλης από την άλλη πλευρά αποτελεί μια ελάχιστα επεμβατική προσέγγιση η οποία προτιμάται γι’αυτόν ακριβώς το λόγο. Για να πραγματοποιηθεί η λαπαροσκοπική τεχνική απαιτούνται τρεις μόνο μικροσκοπικές τομές από τις οποίες εισάγονται τα χειρουργικά εργαλεία και το λαπαροσκόπιο. Το λαπαροσκόπιο είναι ένα ειδικό όργανο με κάμερα υψηλής ευκρίνειας και πηγή φωτός στο άκρο του, διευκολύνοντας έτσι την άμεση οπτικοποίηση του εσωτερικού της κοιλιακής χώρας. Η εικόνα του εσωτερικού της κοιλιακής χώρας μεταφέρεται μέσω της κάμερας του λαπαροσκοπίου σε οθόνη υψηλής ευκρίνειας, από την οποία ο γενικός χειρουργός παρατηρεί τους χειρισμούς του. Αφού το τμήμα του ενδοκοιλιακού περιεχομένου αναταχθεί στην αρχική του θέση, συνήθως ακολουθεί η τοποθέτηση πλέγματος για την ενίσχυση του κοιλιακού τοιχώματος. Η χρήση πλέγματος στις χειρουργικές επεμβάσεις κηλών είναι ουσιώδης για την πρόληψη της υποτροπής. Το πλέγμα λειτουργεί ως ενισχυτικό υλικό που στηρίζει το κοιλιακό τοίχωμα, αποφεύγοντας την επανεμφάνιση της κήλης. 

Μετεγχειρητική ανάρρωση

Η ανάρρωση μετά από τη λαπαροσκοπική επέμβαση είναι ταχύτερη σε σύγκριση με την ανοικτή μέθοδο. Ο ασθενής κινητοποιείται την ίδια ημέρα και εξέρχεται από το νοσοκομείο συνήθως εντός 24 ωρών. Η πλήρης επιστροφή στις καθημερινές δραστηριότητες επιτυγχάνεται μέσα σε λίγες ημέρες, με περιορισμό της έντονης άσκησης για περίπου τρεις εβδομάδες.