Πολυοζώδης Βρογχοκήλη
Ο θυρεοειδής αδένας συνιστά έναν από τους σημαντικότερους ενδοκρινείς αδένες του ανθρώπινου σώματος, καθώς είναι υπεύθυνος για την παραγωγή 3 ορμονών που ρυθμίζουν το σύνολο του οργανισμού. Αν και οι πιο διαδεδομένες διαταραχές του θυρεοειδούς αδένα αφορούν στην υπερβολική ή αντίστοιχα μειωμένη έκκριση των παραγόμενων από αυτόν ορμονών, υπάρχουν και άλλες παθήσεις, καλοήθεις και κακοήθεις που μπορούν να εκδηλωθούν στη συγκεκριμένη ανατομική δομή και να επηρεάσουν τη λειτουργικότητά της. Στις παθήσεις αυτές συγκαταλέγεται και η πολυοζώδης βρογχοκήλη.
Τι είναι η πολυοζώδης βρογχοκήλη;
Γενικά, η υπερτροφία, δηλαδή η εκτεταμένη διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα, αποκαλείται βρογχοκήλη. Η πολυοζώδης βρογχοκήλη είναι μια διαταραχή του θυρεοειδούς αδένα που χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη πολλών όζων στην περιοχή, οι οποίοι προκαλούν την αύξηση του μεγέθους του αδένα. Αν και στις περισσότερες περιπτώσεις είναι καλοήθης, η πολυοζώδης βρογχοκήλη μπορεί να συνοδεύεται από συμπτώματα που επηρεάζουν τη λειτουργικότητα του θυρεοειδούς, τη γενική υγεία του ασθενούς και την ποιότητα ζωής του. Επίσης, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος κάποιος από τους όζους να εξελιχθεί σε κακοήθη.
Μάλιστα, η πολυοζώδης βρογχοκήλη διακρίνεται περαιτέρω σε:
- Τοξική πολυοζώδη βρογχοκήλη, όπου οι όζοι παράγουν υπερβολικές ποσότητες θυρεοειδικών ορμονών, προκαλώντας υπερθυρεοειδισμό.
- Μη τοξική πολυοζώδη βρογχοκήλη, όπου παρά την παρουσία όζων, τα επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών παραμένουν φυσιολογικά.
Η νόσος αυτή εξελίσσεται αργά, αλλά σε προχωρημένα στάδια μπορεί να προκαλέσει σοβαρά συμπτώματα που οφείλονται στη διόγκωση του θυρεοειδούς και στην πίεση που ασκεί σε γειτονικές δομές του τραχήλου.
Αιτίες εμφάνισης πολυοζώδους βρογχοκήλης
Παρά την εκτενή έρευνα, η ακριβής αιτία της πολυοζώδους βρογχοκήλης παραμένει ασαφής. Ωστόσο, έχουν εντοπιστεί αρκετοί παράγοντες κινδύνου, στους οποίους συγκαταλέγονται:
Έλλειψη ιωδίου, καθώς ο θυρεοειδής χρειάζεται ιώδιο για τη σύνθεση των ορμονών του. Σε περιόδους έλλειψης, ο αδένας αυξάνεται σε μέγεθος για να αντισταθμίσει την ανεπαρκή παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών.
- Κληρονομική προδιάθεση, καθώς άτομα με οικογενειακό ιστορικό θυρεοειδικών παθήσεων έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν πολυοζώδη βρογχοκήλη.
- Ορμονικές διακυμάνσεις κατά την εφηβεία, την εγκυμοσύνη και την εμμηνόπαυση, με αποτέλεσμα οι γυναίκες να είναι πιο επιρρεπείς στην εμφάνιση της πάθησης.
- Αυτοάνοσα νοσήματα όπως η θυρεοειδίτιδα Hashimoto και η νόσος Graves, τα οποία αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης όζων.
- Προχωρημένη ηλικία, πιθανότατα λόγω της μακροχρόνιας έκθεσης σε διάφορους παράγοντες που επηρεάζουν τη λειτουργία του θυρεοειδούς.
- Ιστορικό ακτινοβολίας στην περιοχή του τραχήλου που αυξάνει τον κίνδυνο για όζους.
Συμπτώματα που προκαλεί η πολυοζώδης βρογχοκήλη
Στα αρχικά στάδια, η πολυοζώδης βρογχοκήλη μπορεί να παραμένει ασυμπτωματική και να διαγνωστεί τυχαία κατά τη διάρκεια κάποιας κλινικής εξέτασης ή απεικονιστικής εξέτασης που διενεργείται για τη διερεύνηση κάποιας άλλης παθολογίας. Όταν όμως οι όζοι αυξηθούν σε μέγεθος ή αριθμό, μπορεί να εμφανιστούν συμπτώματα, όπως:
- Αίσθημα πίεσης στον λαιμό.
- Δυσκαταποσία, δηλαδή δυσκολία στην κατάποση.
- Δυσκολία στην αναπνοή, ιδιαίτερα όταν ο ασθενής βρίσκεται σε ύπτια θέση.
- Βραχνάδα ή αλλαγή στη φωνή, λόγω πίεσης στα φωνητικά νεύρα.
- Συμπτώματα Υπερθυρεοειδισμού αν πρόκειται για τοξική πολυοζώδη βρογχοκήλη, όπως απώλεια βάρους, ταχυκαρδία, τρέμουλο στα χέρια, αδυναμία ανοχής στη ζέστη, διαταραχές ύπνου και ευερεθιστότητα.
- Ορατή διόγκωση στον τράχηλο, που επηρεάζει την αυτοπεποίθηση του ασθενούς.
Επιπλοκές που προκαλεί η πολυοζώδης βρογχοκήλη
Εάν αφεθεί χωρίς θεραπεία, η πολυοζώδης βρογχοκήλη μπορεί να οδηγήσει σε:
- Έντονα πιεστικά φαινόμενα, τα οποία προκαλούν αντίστοιχα σοβαρή δυσκολία στην αναπνοή και την κατάποση.
- Καρκινική εξαλλαγή, καθώς ένας μικρός αριθμός όζων μπορεί να μετατραπεί σε καρκίνο του θυρεοειδούς.
- Υπερθυρεοειδισμός, δηλαδή αυξημένα επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών.
- Αισθητική παραμόρφωση, καθώς η διόγκωση στον θυρεοειδή αδένα μπορεί να καταστεί έντονα ορατή σε σημείο που να επηρεάζει την ποιότητα ζωής.
Διάγνωση της πολυοζώδους βρογχοκήλης
Η διάγνωση βασίζεται στο συνδυασμό κλινικής αξιολόγησης και απεικονιστικών εξετάσεων, καθώς και στην αξιολόγηση των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών. Η διαδικασία της διάγνωσης ξεκινά με τη λήψη του ιστορικού του ασθενούς, όπου πρέπει να δοθεί έμφαση σε πιθανά συμπιεστικά συμπτώματα ή ενδείξεις δυσλειτουργίας, ενώ ακολουθεί η ψηλάφηση του θυρεοειδούς για την ανίχνευση όζων ή διόγκωσης. Σειρά έχουν οι αιματολογικές εξετάσεις για την αξιολόγηση των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών και την ανίχνευση αυτοάνοσων νοσημάτων. Η επιβεβαίωση της διάγνωσης επιτυγχάνεται με τη διενέργεια απεικονιστικών εξετάσεων. Πιο συγκεκριμένα, πραγματοποιείται υπερηχογράφημα Τραχήλου για την αξιολόγηση του αριθμού, του μεγέθους και της σύστασης των όζων. Ακολουθεί σπινθηρογράφημα θυρεοειδούς για την αξιολόγηση της λειτουργικότητας των όζων (θερμοί ή ψυχροί όζοι). Τον τελικό λόγο έχει η βιοψία με λεπτή βελόνη (FNA), η οποία ενδείκνυται για την ανίχνευση κακοήθειας σε ύποπτους όζους.
Ενδεδειγμένη θεραπεία για την πολυοζώδη βρογχοκήλη
Η θεραπεία της πάθησης εξαρτάται από τη σοβαρότητα της κατάστασης, τη φύση των όζων και τα συνοδευτικά συμπτώματα. Σε πρώτη φάση, μπορεί να εφαρμοστεί απλή συστηματική παρακολούθηση εάν πρόκειται για μικρούς, ασυμπτωματικούς και καλοήθεις όζους. Αν πρόκειται για τοξική βρογχοκήλη, χορηγούνται αντιθυρεοειδικά φάρμακα για υπερθυρεοειδισμό ή θυροξίνη για υποθυρεοειδισμό αντίστοιχα.
Εάν ωστόσο η κατάσταση είναι πιο προχωρημένη, άκρως δυσάρεστη ή δυνητικά επικίνδυνη, η λύση είναι χειρουργική. Η χειρουργική επέμβαση αποτελεί μια από τις βασικές και πιο αποτελεσματικές θεραπευτικές επιλογές για την πολυοζώδη βρογχοκήλη, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπου οι όζοι είναι μεγάλοι, προκαλούν πιεστικά φαινόμενα ή υπάρχει υπόνοια κακοήθειας. Η συνηθέστερη χειρουργική τεχνική είναι η ολική θυρεοειδεκτομή, κατά την οποία αφαιρείται ολόκληρος ο θυρεοειδής αδένας, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να πραγματοποιηθεί μερική θυρεοειδεκτομή (λοβεκτομή), εάν οι όζοι περιορίζονται σε έναν λοβό του θυρεοειδούς. Η χειρουργική επέμβαση είναι απαραίτητη όταν η πολυοζώδης βρογχοκήλη προκαλεί σοβαρά πιεστικά συμπτώματα, όπως δυσκολία στην αναπνοή ή στην κατάποση, που προκύπτουν από τη συμπίεση της τραχείας και του οισοφάγου, ή όταν η διόγκωση του θυρεοειδούς έχει επεκταθεί στο μεσοθωράκιο (καταδυόμενη βρογχοκήλη). Επιπλέον, η παρουσία ή η υποψία κακοήθειας σε έναν ή περισσότερους όζους αποτελεί απόλυτη ένδειξη για χειρουργική αντιμετώπιση.
Η διαδικασία της θυρεοειδεκτομής είναι πολύπλοκη και απαιτεί εμπειρία, καθώς ο θυρεοειδής βρίσκεται κοντά σε ευαίσθητες ανατομικές δομές, όπως τα παλίνδρομα λαρυγγικά νεύρα και οι παραθυρεοειδείς αδένες, οι οποίοι ελέγχουν τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα. Κατά την επέμβαση, ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στην προστασία αυτών των δομών για την αποφυγή επιπλοκών. Μετεγχειρητικά, οι ασθενείς ενδέχεται να χρειαστούν θεραπεία υποκατάστασης με θυροξίνη, προκειμένου να διατηρηθούν φυσιολογικά τα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών στον οργανισμό. Σε περιπτώσεις ολικής θυρεοειδεκτομής, η θεραπεία αυτή είναι απαραίτητη εφ’ όρου ζωής.
Η χειρουργική αντιμετώπιση θεωρείται η πλέον ενδεδειγμένη λύση για ασθενείς με τοξική πολυοζώδη βρογχοκήλη, όταν ο υπερθυρεοειδισμός δεν μπορεί να ελεγχθεί αποτελεσματικά με φαρμακευτική αγωγή ή ραδιενεργό ιώδιο. Επιπλέον, σε περιπτώσεις αισθητικών προβλημάτων λόγω μεγάλης διόγκωσης του λαιμού, η χειρουργική αφαίρεση βελτιώνει την εμφάνιση του ασθενούς και την ποιότητα ζωής του.